Ξεπερασμένες προ πολλού είναι οι αντοχές των ανθρώπων της εστίασης. Δύο ιδιοκτήτριες καταστημάτων, απαριθμούν στο News 24/7 τα έ...
Ξεπερασμένες προ πολλού είναι οι αντοχές των ανθρώπων της εστίασης. Δύο ιδιοκτήτριες καταστημάτων, απαριθμούν στο News 24/7 τα έξοδα που έχει μια κλειστή επιχείρηση, μιλούν για απουσία στήριξης από την κυβέρνηση. Εξηγούν τον προβληματισμό τους για την επόμενη ημέρα αλλά και πώς οι αντιφατικές δηλώσεις των υπουργών δημιουργούν σύγχυση και οικονομική επιβάρυνση.
«Μπαρ ο Μάρκος. Εκεί θα ευρήτε εκλεκτούς μεζέδες, μπύρα ούζο και γλυκά διάφορα. Έναρξις σήμερον Σάββατο 20 Ιουνίου 1936». Η αφίσα από το μπαρ του Μάρκου Βαμβακάρη στα Άσπρα Χώματα, είναι η πρώτη που υποδέχεται τον πελάτη, στο «καφεοινοποτείον ο Μέρμηγκας», στη Νίκαια.
Η ιδιοκτήτρια, Βαρβάρα Κούλογλου, πριν ανοίξει το ρολό, σήκωσε ένα λογαριασμό της ΕΥΔΑΠ που την περίμενε. Από μόνο του το γεγονός την έβαλε στο θέμα. «Φως, νερό, ενοίκιο. Όλα αυτά έρχονται μπιλιετάκια. Ότι δεν πληρώσεις τα κόβουν κι ας είναι κλειστό το μαγαζί. Εδώ χρειάζεσαι 500 ευρώ την ημέρα χωρίς καν να βάλεις το κλειδί στην πόρτα».
Λίγες μέρες μένουν για να συμπληρωθεί ένας χρόνος από την τελευταία φορά που μπαρ, καφέ και εστιατόρια λειτούργησαν υπό κανονικές συνθήκες. Εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις παραμένουν εν αναμονή του ανοίγματος, μη γνωρίζοντας όμως ούτε το πότε θα γίνει αυτό, ούτε το αν θα τα καταφέρουν να ανοίξουν. «Έστω ότι ανακοινώνουν πως επαναλειτουργεί η εστίαση» λέει η Βαρβάρα. «Αν δεν δοθεί οικονομική ενίσχυση δεν ανοίγω. Δεν γίνεται. Το μαγαζί για να το ανοίξω χρειάζομαι τουλάχιστον 2.000 χιλιάδες ευρώ. Πιστεύει κανείς πως ανοίγει έτσι εύκολα; Πρέπει να κάνω απεντόμωση, απολύμανση του χώρου, να πληρώσω λογαριασμούς που έχουν μαζευτεί . Πλήρωσα την συνένωση της ταμειακής με το taxis, άλλα 100 ευρώ από κει. Να αγοράσω κάβα, κρεατικά, ψαρικά, πρώτες ύλες, γκάζι. Δεν ανοίγει ένα μαγαζί από τη μια μέρα στην άλλη».
«Περάσαμε τρεις μήνες χωρίς να μας δώσουν ούτε ένα ευρώ»
Η Βαρβάρα Κούλογλου, αναγκάστηκε τους τελευταίους μήνες να κλείσει το σπίτι της αφού της έκοψαν το νερό και αδυνατούσε να ανταπεξέλθει στα έξοδα. Πλέον ζει με τη μητέρα της. «Είμαι 60 χρονών και κοιμάμαι στο ίδιο κρεβάτι με τη μάνα μου που είναι 87» λέει. «Και ακούω τον υπουργό τον κ. Γεωργιάδη να λέει ότι είναι δίπλα στις επιχειρήσεις. Σε ποιες επιχειρήσεις είναι δίπλα; Και μας ζητάει προκλητικά και τα κλειδιά των επιχειρήσεων».
Το κατάστημα, που η Βαρβάρα άνοιξε μαζί με τον γιό της τα τελευταία τέσσερα χρόνια και την διαμόρφωση του οποίου έχει προσέξει πολύ, διακοσμώντας το με αρκετά ρετρό αντικείμενα, σταμάτησε να της αποφέρει έσοδα στις αρχές Μαρτίου του 2020. Την ημέρα που έκλεισε, έχανε μαζί και πρώτες ύλες όπως κρεατικά, ψαρικά, μαναβική, κ.α. που σε αξία έφταναν τα 1.000 ευρώ. Μέχρι τις 27 Μαΐου που η εστίαση επαναλειτούργησε με περιορισμούς, η στήριξή που είχε φτάσει σε αυτήν από το κράτος, ήταν μηδέν ευρώ. «Περάσαμε σχεδόν τρεις μήνες, δύο οικογένειες, χωρίς να μας δώσουν ούτε ένα ευρώ. Την ημέρα που ανοίγαμε πήρα τα πρώτα 800 ευρώ και τρεις ημέρες μετά άλλα 530. Το επίδομα ειδικού σκοπού. Αυτή ήταν όλη η ενίσχυση. Με 1.330 ευρώ να μοιραστούν και να ζήσουμε με αυτά δύο οικογένειες. Από τη μια εγώ με τη μητέρα μου και από την άλλη ο γιος μου».
«Αντί να ενισχύσουν τις επιχειρήσεις βάζουν όρους και μας φορτώνουν δάνεια»
Για την μηδαμινή, όπως την χαρακτηρίζει, στήριξη στους χώρους της εστίασης, επιβεβαιώθηκε από το γεγονός, ότι η επιχείρησή της ήταν από αυτές που δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις για να πάρει τις τρεις πρώτες επιστρεπτέες προκαταβολές. Πήρε την τέταρτη, ωστόσο αυτό κάθε άλλο παρά ουσιαστική ανακούφιση ήταν. «Η στήριξη που διαφημίζει η κυβέρνηση είναι λόγια του αέρα» εξηγεί. «Στην τέταρτη πήραμε 4.000 ευρώ από τις οποίες οι 2.000 είναι δάνειο. Δεν φτάνει που μας δημιουργήθηκαν ένα σωρό χρέη, μας έβαλε η κυβέρνηση και ένα ακόμη που θα πρέπει μόλις ανοίξουμε να αρχίσουμε να το ξεπληρώνουμε. Αν το διαιρέσεις, από τον Νοέμβρη μέχρι σήμερα, βγαίνουν 500 ευρώ τον μήνα ενίσχυση για την επιχείρηση. Λιγότερα δηλαδή και απ’ όσα παίρνουν τα 9 παιδιά που δούλευαν εδώ, οι μουσικοί και οι σερβιτόροι, που είναι σε αναστολή. Όχι ότι σε αυτούς φτάνουν τα λεφτά. Δεν μπορούν να πληρώσουν ούτε τους λογαριασμούς τους οι άνθρωποι. Ωστόσο, αν μπορεί ας μου εξηγήσει κάποιος. Αναλογούν 500 ευρώ για την επιχείρηση τον μήνα. Εμείς; Οι οικογένειές μας; Τα σπίτια μας; Δεν έχουμε ανάγκη να φάμε; Από τα δέντρα κόβουμε και τρώμε;».
Αυτό που δεν μπορεί να δεχτεί η ίδια, είναι το γεγονός πως μπήκαν τέτοιοι όροι στις επιστρεπτέες προκαταβολές, που είχαν αποτέλεσμα να μείνουν εκτός χιλιάδες επιχειρήσεις. «Στην 5η επιστρεπτέα πάλι δεν πληρούσαμε τους όρους για να μπούμε στον αλγόριθμο. Πώς γίνεται να μένουν εκτός οι επιχειρήσεις της εστίασης; Επιχειρήσεις που είναι τελείως κλειστές. Εμείς, τα γυμναστήρια, τα χιονοδρομικά. Όλοι αυτοί αντί να μας δώσουν ενίσχυση βάζουν ένα σωρό όρους; Και τελικά η ενίσχυση που δίνουν είναι και δάνειο. Είναι αδιανόητο».
Αναφορικά με τις πρόσφατες ανακοινώσεις στήριξης από την κυβέρνηση, η Βαρβάρα Κούλογλου, μόνο το μέτρο για την μην καταβολή ενοικίου δέχεται ως ουσιαστικό. «Ανακοίνωσαν επιδότηση για να αγοράσουμε θερμάστρες. Μια θερμάστρα ανά 10 τετραγωνικά. Μας καλύπτουν μέχρι 100 ευρώ ανά συσκευή. Επειδή κι εγώ θέλω να βάλω, άρχισα να ψάχνω. Η χαμηλότερης ποιότητας θερμάστρα κοστίζει 250 ευρώ. Να πάρω δηλαδή θερμάστρες, να πληρώσω 1500 ευρώ και να μου δώσει η κυβέρνηση τα 500. Δηλαδή τα υπόλοιπα θεωρούν ότι τα έχουμε κάπου κρυμμένα; Εκτιμώ πως δεν έχουν αντιληφθεί το πως ζούμε εδώ και ένα χρόνο και το γεγονός πως έχουν εξαντληθεί τα οικονομικά μας αποθέματα», λεει.
«Άκουγα τις δηλώσεις του υπουργού Ανάπτυξης και χρεώθηκα παραπάνω»
Έχοντας περάσει μια περίοδο τεσσάρων μηνών της καλοκαιρινής περιόδου, με χαμηλούς τζίρους, καθώς αφενός η κίνηση στην πόλη ήταν μειωμένη και αφετέρου υπήρχαν οι περιορισμοί της ώρας και των ατόμων, η Βαρβάρα βρέθηκε στις αρχές Νοέμβρη να ακούει τον υπουργό Ανάπτυξης, Άδωνι Γεωργιάδη να αποκλείει το ενδεχόμενο lockdown. «Άκουσα που έλεγε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να κλείσουμε και γέμισα το μαγαζί με κάβα, τρόφιμα και πρώτες ύλες. Δύο εικοσιτετράωρα μετά ανακοινώνεται νέο lockdown. Όλες οι προμήθειες άχρηστες ξανά. Επιπλέον χρέη», θυμάται.
Ξεκαθαρίζοντας πως δεν έχει καμία αμφιβολία για τα υγειονομικά μέτρα, αυτό που υπογραμμίζει, είναι η επιβεβλημένη ανάγκη να υπάρξει χορήγηση ρευστότητας. «Δεν ζητάω να μας καλύψουν το 75% του τζίρου όπως έγινε στη Γερμανία. Ας δώσουν το 30%. Ας δώσουν κάτι. Μειώθηκε ο ΦΠΑ στο 6% μόνο για τα αναψυκτικά μέχρι τον Απρίλιο. Είναι δυνατόν; Τα αναψυκτικά και οι μπύρες; Από αυτά θα σωθούμε;».
Το ενδεχόμενο να βάλει λουκέτο οριστικά στο ρεμπετάδικο, δεν θέλει να το σκέφτεται για την ώρα. «Δεν ξέρω πόσο ακόμη θα εξαθλιωθούμε. Όλη αυτή η χρονιά δημιούργησε τεράστια προβλήματα. Ίσως κάποιοι θεωρούν πως αν κλείσω εγώ θα επηρεαστεί μόνο η οικογένειά μου. Οι σερβιτόροι, οι μουσικοί, οι λάντζες, οι μάγειρες, οι προμηθευτές; Η αλυσίδα είναι μεγάλη».
Περίπου 9 χιλιόμετρα μακριά από την Νίκαια, η πλατεία Καρύτση μοιάζει εγκαταλελειμμένη , αφού είναι ένα από τα σημεία με σχεδόν ολοκληρωτική παρουσία καταστημάτων εστίασης. Στη γωνία, στον αριθμό 6, ένα θρυλικό κοσμηματοπωλείο της δεκαετίας του 1990 και του 2000, που κάποτε βρισκόταν σε όλους τους ταξιδιωτικούς οδηγούς σαν αξιοθέατο, το Comme il Faux, έχει δώσει τη θέση του από τον Αύγουστο του 2012 στο ομώνυμο μπαρ.
Η ιδιοκτήτρια παραμένει η ίδια. Η Μαρία Μποτονάκη, που στο παρελθόν έχει σχεδιάσει κοσμήματα για όλα τα μεγάλα ονόματα του ελληνικού θεάτρου, την Όπερα, τη Σκάλα του Μιλάνου και άλλους, έκλεισε το 2011 το κοσμηματοπωλείο, ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης που ξεκίνησε το 2009.
Τα χρόνια που μεσολάβησαν από το 2012 μέχρι το 2019, κατάφερε σε μεγάλο βαθμό να ισορροπήσει την οικονομική της κατάσταση και –όπως λέει η συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρηματιών της εστίασης- το τέλος τους 2019 τους βρήκε αρκετά αισιόδοξους πως η επόμενη χρονιά θα ήταν η καλύτερη των τελευταίων ετών. Η πανδημία φυσικά έδιωξε οποιαδήποτε αισιοδοξία, ωστόσο η Μαρία Μποτονάκη, υποστηρίζει πως δεν περίμενε τόσο ελλιπή στήριξη σε μια συνθήκη έκτακτης ανάγκης. Η ίδια μάλιστα, μαζί με περίπου 300 επιχειρηματίες του Κέντρου της Αθήνας, δημιούργησαν το τελευταίο διάστημα τον «Κύκλο Επαγγελματιών Εστίασης» με σκοπό να διεκδικήσουν τα αιτήματα του κλάδου.
«Δεν μπορεί να γίνονται εξώσεις εν μέσω πανδημίας»
“Το πλέον απογοητευτικό είναι πως δεν υπάρχει κανένα νομικό πλαίσιο που να λειτουργεί ως δίχτυ προστασίας. Μιλάω για βασικά πράγματα που συμβαδίζουν με την κοινή λογική. Για παράδειγμα δεν μπορεί ένας ιδιοκτήτης να σου κάνει έξωση κάτω από τέτοιες συνθήκες. Δεν μπορεί η ΔΕΗ να κόβει το ρεύμα σε ένα μαγαζί που είναι κλειστό. Δεν γίνεται η εφορία ή ο ΕΦΚΑ να έρχεται να σου πάρει το σπίτι. Δεν υπάρχουν τέτοιες πρόνοιες, ένα, ας το πούμε moratorium. Ένα δικαιοστάσιο”, εξηγεί η ιδιοκτήτρια του μπαρ. «Kάθε μέρα που περνάει είναι και πιο κρίσιμη. Αυτό που λέγαμε παλιότερα ως αίτημα να κουρευτούν οι εισφορές στον ΕΦΚΑ στο ΙΚΑ δεν υπάρχει, είναι ξεπερασμένο. Τώρα λέμε ότι πρέπει οι εισφορές του 2020 να διαγραφούν. Δεν ξέρω με τι τρόπο. Ας διαλέξουν εκείνοι . Αλλά ακόμα κι αν κουρευτούν οι εισφορές του 2020, είναι αδύνατον να πληρωθούν. Είμαστε όλοι καταχρεωμένοι».
Ερωτώμενη για τα πάγια έξοδα ενός καταστήματος αυτή την περίοδο που είναι εκτός λειτουργίας, αρχίζει να μετρά έξοδα: “Ξεκινάμε από τα βασικά. Το ενοίκιο, το οποίο ήταν και το μόνο ίσως σημείο για το οποίο έστω και πολύ αργά υπήρξε μια πρόνοια με την απαλλαγή για τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο, Μάρτιο σε ποσοστό 100%. Ωστόσο κι εδώ δεν υπήρξε ολοκληρωμένη δράση. Τα περισσότερα μαγαζιά που έκλεισαν οριστικά, το έκαναν γιατί έληγε το μισθωτήριό τους και ο ιδιοκτήτης ζητούσε υπέρογκα ποσά ή ανανέωση μόνο για έξι μήνες”. Σύμφωνα με την ίδια, είναι σεβαστό το γεγονός πως ένας ιδιοκτήτης ακινήτου έχει επίσης πληγεί από την πανδημία, ωστόσο η κυβέρνηση θα έπρεπε να έχει απαγορεύσει τις εξώσεις και να έχει παρατείνει αυτόματα τα μισθωτήρια που λήγουν, μέχρι η υγειονομική κρίση να αποτελέσει παρελθόν.
Πέραν όμως του ενοικίου. “Μηνιαία μια επιχείρηση εστίασης πρέπει να πληρώνει ΔΕΗ – ΕΥΔΑΠ φυσικά, διάφορες πλατφόρμες μουσικής, πνευματικά δικαιώματα σε τουλάχιστον 3 διαφορετικές εταιρείες, λογιστές, τεχνικούς ασφαλείας. Και φυσικά δημοτικά τέλη, ανταποδοτικά και τέλη επί των ακαθαρίστων εσόδων. Όλα τα παραπάνω που για ένα μικρό μαγαζί μπορεί να ξεκινούν από 4.000 ευρώ το μήνα, είναι πάγια έξοδα για μια επιχείρηση που δεν λειτουργεί ούτε για ένα λεπτό”.
Σημαντικό πρόβλημα με τη ΔΕΗ – Κωλυσιεργία στο υπουργείο Εσωτερικών
Οι υπερβολικές, δεδομένων των συνθηκών, απαιτήσεις της ΔΕΗ και η κωλυσιεργία στο υπουργείο Εσωτερικών, έχουν δημιουργήσει ασφυκτικές συνθήκες για τους επιχειρηματίες, όπως εξηγεί η Μαρία Μποτονάκη. “Με τη ΔΕΗ υπάρχει τεράστιο πρόβλημα. Μιλάμε για λογαριασμούς φυσικά που μετριούνται σε χιλιάρικα. Είχαμε κάνει μια συζήτηση με το υπουργείο Ενέργειας, επί Χατζηδάκη και τους προτείναμε να μην απαιτούν 30% προκαταβολή για όσους θέλουν να μπουν σε ρύθμιση χρεών αυτή την περίοδο της πανδημίας, γιατί εκ των πραγμάτων δεν υπάρχει ρευστότητα. Τους είπαμε, αφήστε την προκαταβολή και κάντε ρυθμίσεις με όσες δόσεις παραπάνω γίνεται, ώστε να πάρετε κι εσείς τα λεφτά σας και να μην κοπεί το ρεύμα σε εμάς. Δεν έγινε. Είναι φοβερό, αλλά κόβεται το ρεύμα σε κλειστά μαγαζιά”.
Από την άλλη πλευρά, το δημοτικό συμβούλιο της Αθήνας, τόσο από την πλευρά της συμπολίτευσης όσο και της αντιπολίτευσης, έκανα δεκτό ήδη από το 2020, το αίτημα των καταστηματαρχών να διαγραφούν τα τέλη της χρονιάς που πέρασε και αυτά του πρώτου εξαμήνου του 2021. «Παρόλα αυτά, έχουμε σκοντάψει στο υπουργείο Εσωτερικών. Περιμένουμε όλοι μια τροπολογία από το υπουργείο για να ξεμπλοκάρει αυτή η υπόθεση και αυτή η τροπολογία δεν έρχεται μήνες τώρα” λέει η Μαρία Μποτονάκη.
Αναφορικά δε, με τα ανταποδοτικά τέλη: “Δημιουργήθηκε μια ηλεκτρονική πλατφόρμα από τον Δήμο της Αθήνας, όπου μπαίνουμε όλοι όσοι πληγήκαμε και κάνουμε αίτηση για να απαλλαγούμε από τα ανταποδοτικά. Το εντυπωσιακό –και είναι κάτι που επισημαίναμε στον Δήμο- είναι ότι δεν έκανε καμπάνια για να επικοινωνηθεί αυτή η δυνατότητα. Και έτσι, ενώ αυτή την αφαίρεση ανταποδοτικών τελών την δικαιούνται περίπου 122.000 επιχειρήσεις έκαναν αίτημα μόλις 8.500 γιατί οι υπόλοιποι ουδέποτε ενημερώθηκαν”.
Ενώ αρχικά η ίδια είχε αποφασίσει να μην λάβει επιστρεπτέα προκαταβολή, καθώς όπως λέει «το τελευταίο που ήθελα ήταν ένα ακόμη δάνειο πάνω από το κεφάλι μου», τελικά η απουσία οποιουδήποτε επιδόματος την υποχρέωσε να κάνει αίτηση στην 5η επιστρεπτέα. «Οι εργαζόμενοι που είναι σε αναστολή, παίρνουν ένα πενιχρό επίδομα των 534 ευρώ που δεν τους φτάνει ούτε για τα βασικά. Εμάς το κράτος δεν μας αντιμετωπίζει σαν να είμαστε φυσικά πρόσωπα. Δεν μας δίνει καν αυτό» εξηγεί..
Παράλληλα, υποστηρίζει πως οι μεγάλοι χαμένοι ήταν οι μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις και οι επιχειρήσεις που άνοιξαν μέσα στο 2020, πριν την έναρξη της πανδημίας. Πράγματι, μόλις στις 29 Ιανουαρίου 2021, υπεγράφη η ΚΥΑ, σύμφωνα με την οποία οι επιχειρήσεις που ξεκίνησαν να λειτουργούν από τον Νοέμβριο του 2019 εντάσσονται στις πληττόμενες. «Από το πρώτο lockdown, μέχρι τον προηγούμενο μήνα, δεν δικαιούνταν ούτε ευρώ. Για να ανοίξει όμως κάποιος, έχει ξεκινήσει μια διαδικασία έξι-οκτώ μήνες, μέχρι και ένα χρόνο πριν. Δεν μπορούσε να γνωρίζει για την πανδημία. Για όλο αυτό το διάστημα πλήρωνε ενοίκιο, προμηθευτές, τεχνικούς. Γιατί δεν δικαιούνταν αποζημίωση; Δεν αντιλαμβάνομαι, καταλαβαίνει η κυβέρνηση ότι δεν γίνεται να αφήνεις πρώτα κάποιον να πεθάνει και μετά να βγαίνεις και να δίνεις χρήματα;» αναρωτιέται η Μαρία Μποτονάκη.
Μην βλέποντας άλλο δρόμο, πλέον η ιδιοκτήτρια του Comme il Faux θα συμμετάσχει στην ομάδα των επιχειρηματιών που πρόκειται το επόμενο διάστημα να κινηθεί νομικά, κάνοντας αγωγές αποζημίωσης προς το ελληνικό δημόσιο. Για την ίδια, η μεγάλη ανησυχία πλέον είναι η επόμενη ημέρα, όταν και θα αποφασιστεί η επαναλειτουργία της εστίασης. «Κανένα μαγαζί, όσο παλιό και ιστορικό και να είναι, δεν μπορεί να αντέξει την κατάσταση και να νιώθει ασφαλές. Στις αγωγές θα ζητήσουμε λογικά πράγματα, δεν ζητάμε τα χρήματα που δόθηκαν στο εξωτερικό. Αλλά μια σημαντική ουσιαστική ενίσχυση. Ειδάλλως θα ανοίξουν τα καταστήματα και θα βρεθούμε μπροστά σε ένα βουνό χρεών. Ανέφερε πρόσφατα ο κ. Σταϊκούρας ότι αναστέλλονται οι πληρωμές των εισφορών μέχρι το τέλος του 2021. Ωραία, από αναστολή σε αναστολή σε αναστολή, θα μας βρει ο Γενάρης του 2022 με ένα απίστευτο βουνό χρεών. Ποιος από εμάς θα μπορέσει να πληρώσει οτιδήποτε.; Μάλιστα με την πρώτη κατοικία να μην προστατεύεται πλέον, θα είμαστε όλοι υποψήφιοι άστεγοι και άνεργοι».
Στο γωνιακό μπαρ της πλατείας Καρύτση, η Μαρία Μποτονάκη πηγαίνει συχνά για να βεβαιωθεί πως είναι όλα στη θέση τους. Η ψυχολογία της, όπως και των συναδέλφων της με τους οποίους μιλά, είναι για μήνες άσχημη, και αυτό που την ενοχλεί ακόμη περισσότερο είναι οι συνεχείς αντικρουόμενες πληροφορίες που ακούει στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.
«Μια επιχείρηση χρειάζεται έναν ορίζονται για να κάνει σχέδια και καθημερινά κυβερνητικοί παράγοντες μας δίνουν αντικρουόμενες πληροφορίες βγαίνοντας στα ΜΜΕ. Ενοχοποιηθήκαμε, κυριάρχησε επικοινωνιακά ο παραλογισμός ότι φταίει ο χώρος της εστίασης που γίνεται υπερμετάδοση αλλά δεν φταίνε τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και μια σειρά άλλων χώρων. Οκ, το κλείσαμε το στόμα μας και είπαμε να φανούμε αντάξιοι των περιστάσεων. Έτσι κι αλλιώς σεβόμαστε απόλυτα τις υγειονομικές συνθήκες. Περιμέναμε λοιπόν. Πόσο να περιμένουμε; Ένα, δύο, τρεις μήνες. Έκλεισε χρόνος.. Άνθρωποι καταχρεώθηκαν και δανείστηκαν από φίλους. Άλλοι παίρνουν πλέον αντικαταθλιπτικά. Κάνουμε ασκήσεις θάρρους και αυτό που ζητάμε είναι να στηριχθούμε γιατί έχουμε μείνει μόνοι μας να αντιμετωπίσουμε όλη την κατάσταση».
Πηγή: news247.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια
Ευχαριστούμε πολύ για το Σχόλιο σας