Στην Τουρκία είναι στραμμένο σήμερα Κυριακή 14/5 το ενδιαφέρον, καθώς διεξάγονται κρίσιμες για την ευρύτερη περιοχή προεδρικές ...
Τα προφίλ των υποψηφίων
Ο «σουλτάνος» Ερντογάν
- O 69χρονος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήταν δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης (1994-1998) και πρωθυπουργός για 11 χρόνια (2003-2014), πριν γίνει πρόεδρος της χώρας το 2014.
- Οδήγησε στον οικονομικό και θεσμικό μετασχηματισμό της Τουρκίας στη δεκαετία του 2000 και στις αρχές του 2010. Αυτό άφησε μια γλυκιά γεύση στους υποστηρικτές του που λένε πως η ζωή τους βελτιώθηκε . Υπάρχει επίσης η άποψη ότι ενίσχυσε την εικόνα της Τουρκίας στη διεθνή σκηνή και αύξησε την επιρροή της χώρας.
- Όμως, η ταλαιπωρημένη οικονομία της χώρας τους τελευταίους 18 μήνες έπληξε τη δημοτικότητά του.
- Κατηγορήθηκε για καταστολή ομάδων της αντιπολίτευσης, αν και υποστηρικτές της κυβέρνησης ισχυρίστηκαν ότι οι κινήσεις αυτές ήταν απαραίτητες μετά την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016 και την απειλή από «τρομοκρατικές» ομάδες, όπως αναφέρουν.
- Δεσμεύσεις: Συνέχιση του προεδρικού συστήματος, χαμηλότερα επιτόκια και μια ισχυρή, ανεξάρτητη Τουρκία με επιρροή σε όλη την ευρύτερη περιοχή.
Για πρώτη φορά ο Ερντογάν εξελέγη πρωθυπουργός το 2003 ως το 2014. Διετέλεσε δήμαρχος Κωνσταντινούπολης από το 1994 ως το 1998. Έλυσε τότε βασικά ζητήματα της πόλης, όπως η ύδρευση, τα σκουπίδια και η μόλυνση του περιβάλλοντος. Έφτιαξε δίκτυο ύδρευσης με εκατοντάδες χιλιόμετρα νέων αγωγών, έφτιαξε εργοστάσια ανακύκλωσης σκουπιδιών και έλυσε το κυκλοφοριακό και την μόλυνση του περιβάλλοντος, οργανώνοντας μια θεαματική στροφή στη χρήση φυσικού αερίου, αλλά και με την κατασκευή γεφυρών, αυτοκινητοδρόμων, και περιφερειακών λεωφόρων. Το 1997 φυλακίστηκε για 4 μήνες επειδή παραποίησε τους στίχους ενός ποιήματος, στο οποίο έβαλε στίχους που δεν υπήρχαν. «Τα τεμένη έγιναν στρατώνες μας, οι τρούλοι τους τα κράνη μας και οι μιναρέδες ξιφολόγχες μας», είχε πει τότε. Αλλά τότε το πολίτευμα ήταν αυστηρά κοσμικό και αυτό θεωρήθηκε στροφή προς το Ισλάμ.
Ως πολιτικός ηγέτης άλλαξε σταδιακά τον χαρακτήρα του πολιτεύματος της Τουρκίας, την οποία μετέτρεψε σε μία μάλλον συντηρητική μουσουλμανική χώρα. Το 2001 ίδρυσε το σημερινό κυβερνών, Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης. Είναι οπαδός του λεγόμενου πολιτικού Ισλάμ και ο ίδιος αυτοπροσδιορίζεται ως συντηρητικός δημοκράτης. Νομιμοποίησε την χρήση της μαντήλας από τις γυναίκες. Η άνοδός του στην εξουσία αρχικά δημιούργησε την ελπίδα ότι θα κάνει την Τουρκία, γέφυρα ανάμεσα στην Δύση και στο Ισλάμ.
Με την πάροδο των χρόνων προχώρησε σε εκκαθαρίσεις των πολιτικών του αντιπάλων (δίκες Εργκένεκον και Μπαλιόζ) επέβαλε λογοκρισία στα Μέσα Ενημέρωσης και αυστηρούς περιορισμούς στη χρήση και στη λειτουργία των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης. Αυτά απομάκρυνε την Τουρκία από την προσέγγισή της με την ΕΕ, την οποία προσέγγιση ο ίδιος σχεδίασε και αναζωπύρωσε. Οργάνωσε εκεχειρία με τον Κόμμα Κούρδων Εργατών (PΚΚ), η οποία έσπασε το 2015. Έκτοτε ο Ερντογάν είναι απηνής διώκτης των Κούρδων, σε παγκόσμιο επίπεδο μάλιστα, έχοντας καταφέρει να θεωρείται το ΡΚΚ ως τρομοκρατική οργάνωση.
Ακολουθεί μια νεο-οθωμανική εξωτερική πολιτική, κάτι που τον έχει εμπλέξει στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας, εναντίον των αντιπολιτευόμενων Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων, στις οποίες συμμετέχουν οι Κούρδοι της Συρίας. Επέζησε του πραξικοπήματος που εκδηλώθηκε εναντίον του το 2016, το οποίο απέδωσε στον άλλοτε φίλο του, Φετουλάχ Γκιουλέν, οποίος έκτοτε έγινε μισητός εχθρός του και φυσικά εχθρός της Τουρκίας.
Η οικονομία
Στην οικονομία, ο Ερντογάν σταδιακά μείωσε την ανεξαρτησία της Κεντρικής τράπεζας, επιβάλλοντας μια αυστηρά ορθόδοξη νομισματική πολιτική, με αποτέλεσμα σήμερα ο πληθωρισμός να είναι στο ζενίθ και πολιτικοί του αντίπαλοι να τον κατηγορούν για την ακρίβεια που μαστίζει την χώρα. Η εικόνα του αμαυρώθηκε πάρα πολύ, μετά τους φονικούς σεισμούς του Φεβρουαρίου στην Τουρκία, όταν θεωρήθηκε υπεύθυνος για την διευκόλυνση εργολάβων φίλων του να χτίσουν πολυκατοικίες, παρακάμπτοντας τον αντισεισμικό κανονισμό. Γκρεμίστηκαν όλες. Στη συνέχεια κατηγορήθηκε και για την αργή παρέμβαση των κρατικών υπηρεσιών στην ανακούφιση των σεισμοπαθών.
Ο πληθωρισμός και η νομισματική πολιτική την οποία επιβάλλει στην Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας έχουν διογκώσει την λαϊκή δυσαρέσκεια για την ακρίβεια και την απαρέσκεια των αγορών, οι οποίες, σχεδόν εκτοξεύτηκαν, με την παραίτηση του Μουχαρέμ Ιντζέ από την προεδρική κούρσα. Οι καταρρεύσεις εκατοντάδων κτιρίων, με 50.000 νεκρούς, αποκάλυψαν ότι ο Ερντογάν επέτρεψε σε φίλους του εργολάβους να κτίζουν μαζικά, χωρίς να τηρούν τις αντισεισμικές προδιαγραφές, ενώ η καθυστερημένη αντίδραση τους κράτους στην ανακούφιση των σεισμοπαθών εκτόξευσε την λαϊκή οργή.
Οι αναλυτές θεωρούν τον Ερντογάν από εκείνους τους πολιτικούς που ανήλθαν στην εξουσία με εκλογές και την χρησιμοποίησαν στην συνέχεια για να διαβρώσουν την Δημοκρατία. Το χειρότερο για τον Ερντογάν είναι ότι αυτή την άποψη έχουν και οι νέοι στην Τουρκία. Για αυτό και δηλώνουν ότι θέλουν αλλαγή.
Ακόμα και η γεωπολιτική θέση της Τουρκίας μπορεί να μετατοπιστεί. Η φιλορωσική πολιτική του Ερντογάν και οι αντιρρήσεις του στην επέκταση του ΝΑΤΟ έχουν προκαλέσει δυσαρέσκειες στην συμμαχική Δύση. Η αρχική του λάμψη (από την ανοικοδόμηση της χώρας και την ευμάρεια που έφερε στις πλατιές μάζες, η οποία ευμάρεια παλιότερα ήταν χαρακτηριστικό μόνο των στρατιωτικών και των μεγάλων επιχειρηματιών) έχει πια ξεθωριάσει. Πάντως μέχρι στιγμής η πορεία του στηρίζεται στην ψήφο των φτωχότερων και θρησκευτικά πιο συντηρητικών ψηφοφόρων, οι οποίοι είδαν λεφτά στην τσέπη τους, δουλεύοντας στα φαραωνικά έργα που έκανε. Τώρα, μετά από 20 χρόνια και χωρίς λεφτά,, όλα αυτά έχουν, σταδιακά, από το 2013, αλλάξει.
Ωστόσο ο πρόεδρος της Τουρκίας παραμένει ικανός πολιτικός, και με απήχηση. Είναι ευφραδής και έχει μέχρι τώρα κατορθώσει να παραμερίσει όποιον πολιτικό στέκεται απέναντί του. Οι εκκαθαρίσεις που έκανε σε όλον τον Δημόσιο τομέα και βασικά στις Ένοπλες Δυνάμεις και στην Δικαιοσύνη το 2016, μετά το πραξικόπημα έχουν μείνει στην ιστορία. Σήμερα η Τουρκία είναι από τις χώρες με τους πιο πολλούς φυλακισμένους δημοσιογράφους.
Ο σοσιαλδημοκράτης Κιλιτσντάρογλου
Ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου 74 ετών, είναι ο βασικός αντίπαλος του Ερντογάν στις επικείμενες προεδρικές εκλογές. Είναι Τούρκος σοσιαλδημοκράτης πολιτικός και οικονομολόγος.
- Είναι ο υποψήφιος των έξι κομμάτων της αντιπολιτευόμενης “Εθνικής Συμμαχίας”.
- Είναι ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην Τουρκία από το 2010. Οι επικριτές του λένε ότι οι εκλογικές ήττες του όλα αυτά τα χρόνια δείχνουν ότι δεν είναι αρκετά δυνατός για να νικήσει τον Ερντογάν και να ηγηθεί της χώρας. H επικεφαλής του “Καλού Κόμματος”, Μεράλ Ακσενέρ, απέρριψε αρχικά την υποψηφιότητα του Κιλιτσντάρογλου τον Μάρτιο, όμως στη συνέχεια άλλαξε γνώμη.
- Είναι γνωστός για τη ρητορική του κατά της διαφθοράς, αλλά κατηγορείται από τους επικριτές του ότι είναι πολύ κοντά στη Δύση.
- Δεσμεύσεις: επιστροφή σε ένα «ισχυρό κοινοβουλευτικό σύστημα», επίλυση του κουρδικού ζητήματος, επαναπατρισμό των προσφύγων στη Συρία και προσέγγιση της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ήπιος χαρακτήρας, μάλλον γλυκομίλητος και βιβλιομανής, μπορεί να «παίζει τα ρέστα του» σε αυτές τις εκλογές. Υπό την ηγεσία του, το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, το CHP, που είναι το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης έχει υποστεί μια σειρά από συνεχείς εκλογικές ήττες. Αλλά αυτή τη φορά, τα πράγματα θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά, καθώς ο Κιλιτσντάρογλου κατεβαίνει ως υποψήφιος έξι κομμάτων της αντιπολίτευσης, με βασικό το δικό του, κεντροαριστερό κόμμα, καθώς και το εθνικιστικό Καλό Κόμμα της Ακσενέρ. Στον συνασπισμό, συμμετέχουν ακόμα τέσσερά μικρότερα κόμματα, δύο εκ των οποίων είναι πρώην σύμμαχοι του Ερντογάν.
Πριν να μπει στην πολιτική, ο Κιλιτσντάρογλου ήταν δημόσιος υπάλληλος και υπηρέτησε ως Γενικός Διευθυντής του Ιντιτούτου Κοινωνικών Ασφαλίσεων της Τουρκίας (SSK) από το 1992 έως το 1996 και ξανά από το 1997 έως το 1999. Εξελέγη βουλευτής στις γενικές εκλογές του 2002 και έγινε βουλευτής του CHP και επικεφαλής της κοινοβουλευτικής του ομάδας. Στις δημοτικές εκλογές του 2009, προτάθηκε ως υποψήφιος του CHP για δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, αλλά έχασε έναντι του υποψηφίου του κυβερνώντος κόμματος του Ερντογάν, του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης. Εξελέγη αντιπρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς στις 31 Αυγούστου 2012.
Μετά την παραίτηση του Deniz Baykal από την ηγεσία του CHP, ο Κιλιτσντάρογλου εξελέγη ομόφωνα νέος αρχηγός του κόμματος. Όλοι τότε πίστεψαν ότι θα δώσει νέα πνοή στο CHP. Πράγμα το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της Τουρκίας, είδε μια αύξηση στα ποσοστά του, αλλά ποτέ δεν μπόρεσε να εκθρονίσει από την πρώτη θέση του το κυβερνών AKP. Μέχρι σήμερα.
Ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η στρατηγική του Κιλιτσντάρογλου ήταν να δημιουργήσει μεγάλες συμμαχίες, με άλλα κόμματα. Η μεγαλύτερη είναι η σημερινή, ο συνασπισμός της Εθνικής Συμμαχίας, η οποία έχει πετύχει κάποιες νίκες (πιστώνονται στο CHP) στις δημοτικές εκλογές του 2019.
Δεν είναι η ευρεία συμμαχία που έχει συστήσει ο Κιλιτσντάρογλου, το στοιχείο που θα του φέρει την νίκη. Η ανατροπή ενός κατεστημένου 2ο ετών δεν μπορεί παρά να είναι πολυπαραγοντική. Ο Κιλιτσντάρογλου ευνοείται από την αποχώρηση του Μουχαρέμ Ιντζέ, από την σφοδρή επιθυμία αλλαγής που θέλει η νεολαία, από την οικονομική κρίση, από την δυσαρέσκεια των γυναικών για την πολιτική του Ερντογάν απέναντι στην θέση της γυναίκας στην κοινωνία και γενικώς από όλες τις αξίες που υπερασπίστηκε ο σημερινός πρόεδρος πριν από 20 χρόνια, αλλά σήμερα τις έχει θάψει.
Ο Κιλιτσντάρογλου έχει πιάσει τον σφυγμό της κοινωνίας και κινείται στον ρυθμό της. Έχει επίσης «πιάσει» και την δυσαρέσκεια των συμμάχων της Τουρκίας. Και υπόσχεται αυτά που θέλουν να ακούσουν όλοι. Και η τουρκική κοινωνία και οι διεθνείς εταίροι. Υπόσχεται τον διορισμό ανεξάρτητου διοικητή στην Κεντρική Τράπεζα της χώρας, θεωρεί ότι το άλμα στο Χρηματιστήριο οφείλεται στην πεποίθηση των αγορών ότι με την νίκη του θα αλλάξει και η οικονομική πολιτική της Τουρκίας και επιδιώκει λεπτές ισορροπίες ανάμεσα στην Ρωσία και στην Δύση, καθώς αναγνωρίζει ότι η διφορούμενη εξωτερική πολιτική του Ερντογάν στην υπόθεση της Ουκρανίας έχει και θετικά στοιχεία για την Τουρκία.
Το αουτσάιντερ
Η Συμμαχία ΑΤΑ ή Συμμαχία των Προγόνων είναι ένας νεόκοπος συνασπισμός κομμάτων που ιδρύθηκε μόλις στις 11 Μαρτίου του 2023. Περιλαμβάνει το δεξιό ακροδεξιό Κόμμα της Νίκης, το Κόμμα Δικαιοσύνης, το Κόμμα Η Χώρα Μου και το Κόμμα Τουρκικής Συμμαχίας. Ο υποψήφιος του συνδυασμού, Σινάν Ογκάν, είναι πρώην βουλευτής με το Κόμμα Εθνικιστικού Κινήματος. Όταν ανακοινώθηκε ότι θα είναι αυτός υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές, από τον συνασπισμό αποχώρησε ένα μικρό κόμμα το Κόμμα της Αλήθειας το οποίο ως τότε ήταν μέρος της Συμμαχίας ΑΤΑ. Tις προηγούμενες μέρες κυκλοφόρησαν φήμες ότι μετά την απόσυρση της υποψηφιότητας του Μουχαρέμ Ιντζέ, θα έκανε πίσω και εκείνος, όμως ο ίδιος το διεύψεσε, λέγοντας πως «Είμαστε εδώ για να κερδίσουμε αυτές τις εκλογές και θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε σκληρά μέχρι το τέλος».
Μάλιστα, λίγες ώρες πριν ανοίξουν οι κάλπες σχεδόν… ζήτησε υπουργείο για να παραιτηθεί και να στηρίξει έναν από τους δύο βασικούς διεκδικητές της προεδρίας.
Μιλώντας στο κανάλι της δημοσιογράφου Μπαχάρ Φεϊζάν στο YouTube, ο Ογάν είπε: «Η μεγαλύτερη έκπληξη αυτών των εκλογών θα ήταν να περάσουμε στον δεύτερο γύρο. Αλλά εξίσου μεγάλη έκπληξη είναι το ότι μπορούμε να διαμορφώσουμε το αποτέλεσμα του δευτέρου γύρου». Μάλιστα, είπε πως θα μιλήσει με τους συνεργάτες του και με αυτούς που τον ψήφισαν και «θα συζητήσουμε τα αιτήματά μας, με τα κόμματα που θα καθίσουν μαζί μας στο τραπέζι». «Θα προβάλουμε απαιτήσεις, όπως υπουργεία. Αν συμφωνήσουμε θα είμαστε στην κυβέρνηση», ανέφερε μεταξύ άλλων.
- Ο Σινάν Ογκάν είναι 55 ετών και προέρχεται από το εθνικιστικό κόμμα Εθνιστικής Δράσης (MHP), συμμάχου του Ερντογάν από το οποίο εκδιώχθηκε το 2015.
- Έχει κατηγορηθεί ότι έχει ξενοφοβικές και ακροδεξιές πολιτικές.
- Είναι ο λιγότερο γνωστός στους ψηφοφόρους από τους υποψήφιους με βουλευτική θητεία μεταξύ 2011 και 2015.
- Δεσμεύσεις: Υπόσχεται να στείλει τους πρόσφυγες πίσω στις πατρίδες τους και να στηρίξει την ενότητα.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ικανός ρήτορας, πάντα μέγας τακτικιστής των προεκλογικών εκστρατειών, δίνει μάχη για την πολιτική του επιβίωση. Διατηρεί την ακλόνητη πίστη των πιστών μουσουλμάνων, που αισθάνονταν περιθωριοποιημένοι την περίοδο που κυβερνούσαν κόμματα ταγμένα στον κοσμικό χαρακτήρα του τουρκικού κράτους, ενώ ξεπέρασε τόσο την απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος του 2016, όσο και σειρά σκανδάλων διαφθοράς.
Αν γευτεί την ήττα στις εκλογές, αυτό μάλλον θα οφείλεται περισσότερο στην επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης παρά σε οτιδήποτε άλλο: ο πληθωρισμός, που έφτασε το 85% τον Οκτώβριο του 2022, και η κατάρρευση της συναλλαγματικής ισοτιμίας της λίρας δυσκόλεψαν πολύ τα πράγματα για τους περισσότερους Τούρκους.
Ο κ. Κιλιτσντάρογλου, από την πλευρά του υπόσχεται αν κερδίσει να επαναφέρει την Τουρκία σε πιο ορθόδοξη οικονομική πολιτική και την επιστροφή της στο κοινοβουλευτικό σύστημα, την κατάργηση του προεδρικού, που θεσπίστηκε από τον κ. Ερντογάν μετά το δημοψήφισμα του 2017. Υπόσχεται επίσης ότι θα αποκαταστήσει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, που οι επικριτές του κ. Ερντογάν λένε πως μετατράπηκε σε όργανο καταστολής κάθε διαφωνίας.
Ωστόσο αναλυτές επισημαίνουν πως αν κερδίσει, ο κ. Κιλιτσντάρογλου θα αντιμετωπίσει πολλές προκλήσεις και θα δυσκολευτεί να διατηρήσει ενωμένη τη συμμαχία του, στην οποία συμμετέχουν εθνικιστές, ισλαμιστές, υπέρμαχοι του κοσμικού χαρακτήρα του τουρκικού κράτους, φιλελεύθεροι.
Εξάλλου, ο κ. Ερντογάν ίσως δεν είπε την τελευταία του λέξη. Στην Κασίμ Πασά, τη συνοικία όπου γεννήθηκε, ο «σουλτάνος» υποσχέθηκε να «δώσει ένα καλό μάθημα σε αυτούς που θέλουν να διχάσουν τη χώρα» και προέβλεψε πως οι δημοσκοπήσεις θα διαψευστούν, «θα βγούμε ενισχυμένοι από τις κάλπες».
Η παράταξή του και ο ίδιος πάντως διαβεβαιώνουν πως θα τηρήσουν τη νομιμότητα, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα. «Ήρθαμε στην εξουσία διά της δημοκρατικής οδού, με την υποστήριξη του λαού μας» και αν «ο λαός μας πάρει άλλη απόφαση, θα κάνουμε αυτό που απαιτεί η δημοκρατία», σύμφωνα με τον αρχηγό του κράτους. Ο Χαρούν Αρμαγάν, κορυφαίο στέλεχος του AKP, διαβεβαιώνει επίσης πως «αν ο τουρκικός λαός [μας] πει όχι, ασφαλώς θα το αποδεχθούμε».
Στον δρόμο, ο κόσμος εκφράζεται ανοιχτά, παρά τον φόβο αντιποίνων: «Αρκετά με αυτή την κυβέρνηση, ελπίζουμε πως θα νικήσουμε και θα έχουμε ειρήνη και δικαιοσύνη», θα πει η Χαφίζε Τιμούρτας, μητέρα 48 ετών, που ανήκει στην κουρδική μειονότητα.
Εκφράζονται ανησυχίες πως μπορεί να ξεσπάσουν βίαια επεισόδια σε τουρκικές πόλεις, έπειτα από σειρά συμβάντων στην τελική ευθεία της πολύ πολωμένης προεκλογικής εκστρατείας.
Πηγή: enikos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια
Ευχαριστούμε πολύ για το Σχόλιο σας